Translate

Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2018

Τα ονόματα των Ολύμπιων θεών...




Σύμφωνα με τον Γερμανό φιλόλογο και γλωσσολόγο George Curtius (1820-1885), η λέξη Όλυμπος προέρχεται από τη ρίζα -λαμπ- και ερμηνεύεται σαν ο ολολαμπής, ο ολόλαμπρος ή ο ολόλευκος.
Έτσι, οι Ολύμπιοι θεοί είναι οι Λαμπεροί ή Λάμποντες θεοί :


Δίας ή Ζεύς
Το όνομα του Λία [ή με μια μικρή παραλλαγή του πρώτου γράμματος (Δίας - Βίας)], είναι ένα από τα κατ' εξοχήν ονόματα δύναμης, δηλαδή παραπέμπει στη δύναμη (βία) και την εξουσία του μεγάλου θεού.
Μερικοί ετυμολογούν το όνομά του σε σχέση με τη ζωή (- Ζευς), δηλαδή «ζωοδότης», λόγω του ότι είναι ο γεννήτορας των θεών και των ανθρώπων ή από το αρχαιοελληνικό ρήμα «ζεύγνυμι» (= βάζω κάτω από τον ζυγό, υποτάσσω, συνδέω, ενώνω), επειδή ο Δίας. μετά την κατατρόπωση του πατέρα του, του Κρόνου, ανέλαβε να ενώσει ξανά τον κόσμο και να τον υποτάξει στη δική του κοσμική εξουσία.

Ήρα
Μερικοί θεωρούν πως το όνομα της Ήρας προέρχεται από αναγραμματισμό της λέξης «αήρ» = αέρας, ενώ άλλοι ισχυρίζονται πως προέρχεται ετυμολογικά από τη λέξη «έρα» που σημαίνει γη, με αναγραμματισμό της λέξης «Ρέα», που είναι μια θεότητα, η οποία ταυτίζεται με το στοιχείο της γης.
Η Ήρα, γενικά είναι μια ισχυρή θεά, που εξουσιάζει κι αυτή, τη γη και τον αέρα, ως σύζυγος του κοσμοκράτορα Δία. Βρίσκεται στο μεταίχμιο ανάμεσα στον Ουράνιο κόσμο και στα γήινα πράγματα. Μυστικιστικά, αντιπροσωπεύει τη δύναμη της ψυχής και την εκδήλωση της ζωής πάνω στη γη.
Σύμφωνα με άλλες εκδοχές, το όνομά της σχετίζεται με την «ώρα» = εποχή, κατάλληλη στιγμή, εξ ου και ωραίος = αυτός που βρίσκεται στην καλύτερη στιγμή του, ο ώριμος, ο όμορφος ή με τη λέξη «ήρως» = ήρωας, επειδή η Ήρα μπορούσε να καταστήσει κάποιον ένδοξο, όπως συνέβη με τον Ηρακλή (<Ήρα κλέος = αυτός που δοξάστηκε χάρη στο μίσος της Ήρας).


Το όνομα του Ερμή προέρχεται από το αρχαιοελληνικό ρήμα: εΐρω, το οποίο έχει δύο σημασίες: α) συνδέω, ενώνω (εξ ου και «ειρήνη» = ο συνδετικός κρίκος, που ενώνει τους ανθρώπους) και β) λέγω, ομιλώ, αναγγέλλω.
Είναι προφανές πως το όνομα «Ερμής» προσιδιάζει στη δεύτερη σημασία του ρήματος, καθώς, ως γνωστόν, ήταν ο αγγελιοφόρος των θεών, αλλά και γενικότερα ο θεός του λόγου, της επικοινωνίας, της νόησης, της ομιλίας, της ευφράδειας.
Πιθανόν η λέξη αυτή σχετίζεται με τον Ερμή Τρισμέγιστο (τρεις magi si or = μάγιστρος, μάγος), τον σεληνιακό θεό των Αιγυπτίων, Θωθ, προστάτη και εμπνευστή της αστρολογίας και της αλχημείας, ο οποίος ταυτίστηκε με τον Ερμή της ελληνικής μυθολογίας.
Εξάλλου, ο Ερμής ήταν ένας πολυμήχανος θεός, που κατά κάποιον τρόπο σχετιζόταν με το μυστήριο και τον αποκρυφισμό, διότι ένα από τα καθήκοντά του ήταν να μεταφέρει τις ψυχές των νεκρών, ως τον ποταμό Αχέροντα και να τις παραδίδει στον Χάροντα (ψυχοπομπός).


Ο Απόλλωνας υπήρξε ο θεός του φωτός (γι’ αυτό αποκαλείται και Φοίβος (<ρ. φάω - φωτίζω, ουσ. φάος = φως) - φωτεινός), της μουσικής και της μαντικής τέχνης. Το όνομά του προέρχεται από το στερητικό «α» και τη λέξη «πολλών», δηλαδή αυτός που δεν προορίζεται για τους πολλούς.
Ίσιος, να θεωρήθηκε πως λόγω των μαντικών του ικανοτήτων, τις οποίες σε λίγους ανθρώπους μετέδιδε, ήταν ο θεός «των λίγων και εκλεκτών». Άλλες εκδοχές είναι οι εξής: το όνομα Απόλλων ίσως σχετίζεται με τη φράση «απέλλαι σηκοί» - ιεροί λίθοι, κατά τον λεξικογράφο Ησύχιο, οι οποίοι ήταν σημαντικοί στη λατρεία του θεού ή με το ρήμα «πέλομαι ή πολέω-ώ» = περιφέρομαι, κινούμαι πέριξ ή με τη λέξη «άπελος» = ισχύς, δύναμη.
Η δύναμη του θεού Απόλλωνα ήταν πολυεπίπεδη και μυοτηριακή. Δύναμη πνευματική και ψυχική (ο διαφωτιστής των ψυχών και των πνευμάτων, μέσω ταυ/ μυστηριακών θεσφάτων και των μαντειών), αλλά και δύναμη σωματική (γοητεία, ικανότητα τόξευσης και πρόκλησης βλάβης από απόσταση: εκηβόλος Απόλλων).


Άρης
Η ετυμολογία του ονόματος του θεού Άρη, είναι η εξής: το όνομα «Άρης» προέρχεται από το αρχαιοελληνικό συνηρημένο ρήμα «αιρέω-ίο»,που σημαίνει «συλλαμβάνω, κυριεύω» ή από το «αναιρέω-ώ», που σημαίνει «φονεύω, σκοτώνω», υποδηλώνοντας και επιβεβαιώνοντας την πολεμική και επιζήμια για τους ανθρώπους, δράση του θεού Άρη. [Άρης = πλήγμα, βλάβη, αρά (= κατάρα) για τους θνητούς]. 
Ποσειδώνας

Ο ενοσείχθων ή σεισίχθων (= κοσμοσείστης) Ποσειδώνας, προέρχεται ετυμολογικά από:
α) πότος ή πόντος (— θάλασσα) δάω (= μαθαίνω, κατέχω κάτι, είμαι ειδήμων, γνωρίζω καλά), δηλαδή αυτός που γνωρίζει καλά, συνεπώς εξουσιάζει τη θάλασσα και γενικά το υγρό στοιχείο,
β) πόσις (<ρ. πύο = πίνω) δούναι (< ρ. δίδωμι = δίνω), δηλαδή αυτός που παρέχει το πόσιμο ύδωρ,
γ) είδη ποιών, αυτός που δημιουργεί τα παράξενα πλάσματα (είδη) της θάλασσας, που δεν υπάρχουν στη στεριά.


Ο θεός του θανάτου και του Κάτω Κόσμου (δεν ανήκει στο Δωδεκάθεο του Ολύμπου). Ήταν γνωστός και με το όνομα Άδης (< στερητικό α ιδείν = αόρατος, αθέατος κόσμος ή στερητικό α δέδια = ατρόμητος, «αδάμαστος»). Έτσι μάλιστα ονομαζόταν συνεκδοχικά όλο του το βασίλειο, που βρισκόταν στα σκοτεινά έγκατα της γης.
Πιθανή είναι η συσχέτιση του ονόματος του με το ρ. πλανάωμαι-ώμαι = περιπλανιέμαι, περιφέρομαι, δεν έχω μόνιμο τόπο διαμονής, διότι ένα βασικό χαρακτηριστικό των ψυχών που φιλοξενούνταν στο βασίλειό του ήταν η συνεχής περιφορά και κίνηση, χωρίς κάποιον συγκεκριμένο χώρο στάσης,
Η άυλη φύση των ψυχών, δηλαδή, τους έδινε αιθέριες ιδιότητες  δεν είχαν βάρος, σώμα, υλική υπόσταση για να σταθούν σε ένα σημείο, όπως και ο αέρας που συνεχώς κινείται.
Επίσης, επειδή ο Πλούτωνας έχει το βασίλειό του μέσα στη γη, θεωρείται χθόνιος θεός, ο οποίος δεδομένης και της ένωσής του με την Περσεφόνη, την κόρη της θεάς Δήμητρας, σχετίζεται με την παραγωγή των δημητριακών.
Επειδή, λοιπόν, θεωρείται ανάμεσα στα άλλα και θεός της γονιμότητας και της γεωργικής αφθονίας, ονομάζεται «Πλούτων», δηλαδή ένα παράγωγο της λέξης «πλούτος», εννοώντας φυσικά τον «πλούτο» της γης, την καλή σοδειά.  

Ήφαιστος
Ο θεός της φωτιάς και των τεχνών. Το όνομά του προέρχεται α) από το ρ. φάω = φωτίζω ίστωρ = ο γνώστης, δηλαδή αυτός που είναι ειδήμων στη γνώση του φωτός ή της φωτιάς, β) από το άπτω = ανάβω, γ) από το Άφαιστος: προθετικό α φαιστός (< ρ. φάω) = λαμπερός, φωτεινός.


Η θεά της σοφίας, της φρόνησης, της υγείας και των οικιακών τεχνών. Ακόμη, είναι πολεμική θεά, με γνώμονα το δίκαιο και τη φρόνηση. Η πιο δημοφιλής ετυμολογία του ονόματος της είναι: Α- θεο-νόα ή Η-θεο-νόα, δηλαδή «η νόηση του θεού», κατά τον Πλάτωνα.
Άλλες εκδοχές: α) από το ρ. αθρέω-ώ = βλέπω, παρατηρώ, εξετάζω (εξ ου και «γλαυκώπις Αθήνη» (< ρ. γλεύσσω = βλέπω καθαρά) = αυτή που βλέπει καθαρά και άθρει και άθρησσν = σκέψου, γ) από το στερητικό α θήνη (-θηλή) = η αθήλαστη (διότι γεννήθηκε από το κεφάλι του Δία και όχι από τη μητέρα της, την Μήτιδα (< Μήτις = σύνεση, φρόνηση), άρα δεν θήλασε).


Άρτεμη
Η θεά της σελήνης, του κυνηγιού, των αγριμιών και των δασών. Της αρέσει το κυνήγι, οι φόρμιγγες, οι χοροί, οι εκκωφαντικοί αλαλαγμοί, τα σκιερά δάση και οι δίκαιες πόλεις.
Η ετυμολογία του ονόματος της προέρχεται από το ουσ. αήρ τέμνω, δηλαδή αυτή που σκίζει τον αέρα, μάλλον λόγω της ιδιότητάς της να εξακοντίζει τα βέλη της στον αέρα εναντίον των θηραμάτων. Το δε επίθετο «αρτεμής» σημαίνει άρτιος, σώος, αβλαβής.

Αφροδίτη
Η θεά του έρωτα, του αισθησιασμού, της καλαισθησίας και της ομορφιάς. Είναι γνωστή η ιστορία της γέννησής της- αναδύθηκε μέσα από τον αφρό, που σηκώθηκε γύρω από την αθάνατη σάρκα του ουρανού, δηλαδή γύρω από τα γεννητικά όργανα του ουρανού, που έκοψε ο γιος του, ο Κρόνος και τα πέταξε στη θάλασσα (βλ. «Θεογονία» Ησιόδου στ. 188-193).
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ετυμολόγηση του ονόματος της θεάς από τον παράλληλο τύπο «Αβροδίτη» = αβροδίαιτη, αυτή που διάγει βίο τρυφηλό.


Η θεά της βλάστησης, της γονιμότητας και της αναπαραγωγής. Μαζί με την κόρη της την Περσεφόνη. συμβολίζει την κυκλική εκδήλωση της ύπαρξης μέσα από τη ζωή (ο κύκλος των εποχών), τον θάνατο και την αναγέννηση. Το όνομά της ετυμολογείται από το δη ή γη μήτηρ = η Μητέρα-Γη.
Το προσωνύμιο αυτό αποδιδόταν στη Δήμητρα, που ήταν η υπεύθυνη για την ανθοφορία της γης και τη δημιουργία των ζωοφόρων καρπών, που φυτρώνουν στην παντοτρόφο (ή κουροτρόφο) γη.


Εστία
Η θεά του σπιτιού και της οικογενειακής συγκέντρωσης. Η πιο σεμνή, αγνή και σεβαστή θεά, η πρεσβυτέρα όλων των θεών. Το όνομά της ετυμολογείται από τον δεύτερο τύπο του απαρεμφάτου του ρήματος ίστημι = στέκομαι (εστηκέναι και εστάναι), ή από το ρήμα «έζομαι» = κάθομαι, επειδή το «γέρας» (= προνόμιο, έπαθλο) που της έδωσε ο Δίας, μετά τον όρκο της αιώνιας παρθενίας της, ήταν να στέκεται στο κέντρο της οικίας των θνητών, στην εστία, όπως ονομάστηκε.
Η εστία συμβολίζει την κυκλική συγκέντρωση και ένωση της οικογένειας, γύρω από το σημείο αφής της φωτιάς. Το «ιερό πυρ» της Εστίας, το οποίο στάθηκε η αφορμή να θεωρηθεί η φωτιά και ως μέσο εξαγνισμού, έπρεπε να διατηρείται άσβηστο στον οίκο. για να προστατεύει τα μέλη του από κάθε κακό.
Μία άλλη εκδοχή λέει πως το όνομα «Εστία» σχετίζεται με την «εσσία» — ουσία, διότι τιμής ένεκεν, πάντοτε λάμβανε το «πίαρ» (< λατ. optimus “ άριστος), δηλαδή το εκλεκτό κομμάτι, την «ουσία» από τα σφάγια των θυσιών.

Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου 2018

Γνωρίζαμε τον Οδυσσέα;


   Γνωρίζαμε κι εμείς τον πρόγονο μας τον Οδυσσέα να περιπλανιέ­ται σ’ όλες τις θάλασσες, γυρεύοντας την Ιθάκη, κι από εκεί ξε­κινώντας πάλι για την καινούρια Ιθάκη και την Πηνελόπη, γνωρίζαμε κι εμείς τον Οδυσσέα γεμάτο σκοτωμένους μνηστήρες.
Γνωρίζαμε τον Οδυσσέα να κρεμιέται πάνω στο βράχο της αγριοσυκιάς και ν’ ακούει το βογκητό ολόκληρης της θάλασσας μέσα στα σπήλαια της Χάρυβδης και τη Σκύλλα τη λυσσασμένη να κα­ταπίνει αγαπημένους συντρόφους και τον Κύκλωπα να καταβρο­χθίζει κι άλλους φίλους για να μένει ο Κύκλωπας με την πετρω­μένη νύχτα πάνω στο μάτι του και να παραπονιέται στο κριάρι του, γιατί βγαίνει το στερνό στα λιβάδια του ήλιου, ενώ αυτό συνήθιζε μπροστά να βγαίνει, οδηγός της αγέλης.
Γνωρίζαμε τον Οδυσσέα στην αγκαλιά της Κίρκης και στην παρθενική καρδιά της Ναυσικάς.
Γνωρίζαμε την Καλυψώ πού τον αγα­πούσε κι εκείνο τον κεραυνόπληκτο τον Οδυσσέα της σχεδίας να φωνάζει το πικρό του παράπονο στον Αίολο και τον Ποσειδώνα και τον Δία, γιατί δεν τον άφησαν καλύτερα να σκοτωθεί εκεί στη μακρινή του Τροία.
Γνωρίζαμε τον Οδυσσέα γεμάτο Κίκονες και Λαιστρυγόνες, ν’ α­κούει χωρίς κερί και δεσμά σχοινιών στα χέρια και στα πόδια το γλυκό, το αιθέριο άσμα των Σειρήνων του.
Γνωρίζαμε τον Οδυσσέα τον άφοβο κι όχι άνθρωπο σαν τους σημερινούς ανθρώπους τους κατασκευασμένους σαν από καουτσούκ, να τεντώνονται και να στενεύονται μέσα στην εγκληματική τους την καθημερινή παρα­φροσύνη.
Γνωρίζαμε τέλος τον Οδυσσέα μας γεμάτο από τη Νέ­μεση, πλήρη από τον Ποσειδώνα του και τη θεά του την Αθηνά την προστάτρια, να τον φορτώνει πάντοτε με το ελαφρό φορτίο κάθε είδους Φαιάκων.
Κ.Φ. 2016



Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2018

ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ ΚΑΙ ΘΕΟΣ Η ΧΑΜΕΝΗ ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΨΕΥΔΟΥΣ



ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ ΚΑΙ ΘΕΟΣ Η ΧΑΜΕΝΗ ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΨΕΥΔΟΥΣ
Τι να τον κάνω το Θεό; Δεν τον χρειάζομαι…
Τον έχουν όμως ανάγκη οι άλλοι και για τον λόγο αυτό επινόησαν τις θρησκείες.
Σύμφωνα με   ερευνητές, η πίστη στο Θεό βρίσκεται «δικτυωμένη» βαθιά στον ανθρώπινο εγκέφαλο, ο οποίος είναι προγραμματισμένος για τις θρησκευτικές εμπειρίες, γεγονός που καθιστά την θρησκεία ένα παγκόσμιο ανθρώπινο φαινόμενο στην ιστορία.
Οι θρησκείες όμως είναι κρυψώνες εύκολες και για κάθε λογής ενόχους.
H θρησκεία   δεν αποτελεί μια ειδική περίπτωση ενός συστήματος πεποιθήσεων, αλλά εξελίχτηκε μαζί με τις άλλες πίστεις και γνωσιακές ικανότητες του ανθρώπου.
Οι πιστοί των θρησκειών έτσι, έχουν λόγο να ξοδεύουν πλούτο για τελετές, θυσίες, φαγοπότια, Ιερά, Ναούς  και αγάλματα ή εικόνες.
Οι Έλληνες με το έντονο καλλιτεχνικό τους αισθητήριο έκτισαν όμορφους θεούς.
Μέχρι εδώ δεν είναι κακό. Εάν οι ναοί υπηρετούν την τέχνη της αρμονικής δόμησης, τα αγάλματα και οι εικόνες την τέχνη της αισθητικής του κάλους και οι γιορτές την ανάγκη για κοινωνική συνύπαρξη της ηδονής του θεάτρου, της μουσικής και της παρασκευής γευστικών εδεσμάτων, τότε καλά κάνουν αυτοί οι άνθρωποι και ανακάλυψαν τον Θεό.
Στην κλασσική Ελλάδα στις κρεβατοκάμαρες είχαν αγάλματα του Απόλλωνα ή του Ερμή ώστε η γυναίκα κατά την διάρκεια της ερωτικής έκστασης  ή των οδυνών του τοκετού να οραματίζεται το όμορφο παιδί που θα γεννήσει.
Οι φίλοι του Επίκουρου είναι πρώτοι στις γιορτές, στις τελετές και στα γλέντια και τα χαίρονται ειλικρινά μαζί με τον λαό ξεχνώντας τις επιφυλάξεις τους.
          Οι Θεοί όμως είναι το κέντρο του κύκλου του προβλήματος αλλά η περιφέρεια είναι οι θρησκείες με τις δεισιδαιμονίες και τις προκαταλήψεις.
Ο Θεός είναι δεσμώτης και οι θρησκείες δεσμωτήρια..
Οι θρησκείες παράγουν υπερφυσικό φόβο για τον καλό ή τον κακό θάνατο μας και για την τύχη, του μη αντιληπτού τμήματος του σώματος μας, που τυχών επιβιώνει μετά θάνατον, της ψυχής.
Πολλοί από εμάς όμως βρήκαμε την τύχη αυτής (της ψυχής) και την προσδιορίσαμε.
Είναι η ανάμνηση μας στους φίλους μας και στα μέλη της οικογένειας μας, το καταγεγραμμένο παρελθόν του βίου μας επί της γης.
Η καλή ή  κακή ζωή που ζήσαμε, πόσο πίναμε, πόσο καπνίζαμε, πόσους ανθρώπους ερωτευτήκαμε, πόσους απογόνους αποκτήσαμε, πόσους φίλους είχαμε και πόσα υλικά αγαθά αποκτήσαμε, είτε τα μοιράσαμε, είτε τα ξοδέψαμε στις ανάγκες των παθών μας.
Το παρελθόν μας  είναι η ψυχή μας.
Κανένας θεός δεν θα καθορίσει τις τυχαίες επιλογές των στιγμιαίων συναισθηματικών παθών μας.
Μωρέ δεν μας σώζει τίποτε και κανείς από τους εαυτούς μας.
Ο Επίκουρος αντιμετώπισε τον θεό με σοβαρότητα, χρησιμοποιώντας εκφράσεις όπως Θεϊκό μεγαλείο, Θεία φύση.
« Να μη μπερδέψουμε τα ουράνια σώματα με κανένα τρόπο τη θεία φύση, παρά να την αφήσουμε αναγγάρευτη και σ’ όλη τη μακαριότητα» (Β’ προς Πυθοκλέα 97)
«Μα σε καθετί που σκεφτόμαστε και λέμε για τα’ άστρα πρέπει να κρατήσουμε τη σοβαρότητα που ταιριάζει στο θεό, για να μη προβάλουν δοξασίες αντιφατικές για το θεϊκό μεγαλείο». (Α επιστολή)
«Θεοί υπάρχουν, η γνώση που έχουμε γι’ αυτούς είναι ξεκάθαρη, όπως όλων που μας δίνουν οι αισθήσεις» « Οι θεοί δεν φροντίζουν για τον κόσμο ούτε ανακατώνονται στις υποθέσεις των ανθρώπων» «Αυτοί τραβούν τον δρόμο τους όπως όρισαν οι μηχανικοί συνδυασμοί».
Η σοβαρότητα του Επίκουρου όμως κατά την γνώμη μου προήλθε από την πρόνοια του να προστατεύσει τους κήπους από την μανία της εκδίκησης των φανατικών ( φονταμενταλιστών) θρησκευομένων διαχρονικά.
Ο Επίκουρος είμαι σίγουρος, ότι δεν θα συμφωνούσε, κανείς από εμάς να αυτοαποκαλείται Επικούρειος, γιατί αυτό θα δημιουργούσε δογματική σέχτα, και μορφή θρησκείας.
Θα μας αποκαλούσε απλά σκεπτόμενους αισθαντικούς της φύσης και των φαινομένων.
Η δεισιδαιμονικές γνωστές μονοθεϊστικές θρησκείες και δοξασίες είναι από τις πιο δυσκολοθεράπευτες αρρώστιες.
Σίγουρα, σήμερα είμαστε μια εξευτελισμένη φυλή κι’ έχουμε πουλήσει τα πνευματικά πρωτοτόκια μας για ένα συνονθύλευμα ξενόφερτων θεολογικών απόψεων και προκαταλήψεων.
Γνώρισα ανθρώπους θρησκευόμενους τόσο αδειανούς που έμοιαζαν τσόφλια ονείρων.
Τα δόγματα, που εκφράζουν κάποια δοσμένη θεωρία, πάντα κατά το δοκούν των εμπνευστών τους, δεν ενδιαφέρονται για την αλήθεια.
Εκείνο που   επιδιώκουν είναι να επιβληθούν όπως προβάλλονται.
Όποιος τα εναντιώνεται αυτόματα γίνεται αιρετικός.
Γι’ αυτό και οι άπειρες αιρέσεις που τα πλαισιώνουν!
Όπως η τέχνη είναι στην πραγματικότητα μια μορφή υπερβολής της φύσης, έτσι και η θρησκεία είναι υπερέμφαση της φυσικής ζωής.
Οι θρησκείες στο παγερό τους άγγιγμα μολύνουν τα πάντα και εκχυδαΐζουν την ανθρωπότητα.
Ακούστε  τι μου είπε ένας άθλιος θρησκευόμενος φίλος. «Πλέρωσε την κηδεία μου εσύ, κι’ αργότερα στα επιστρέφω», ανόητες ματαιοδοξίες για την αιωνιότητα.
Η φύση στα μάτια της, δεν έχει νόμους ούτε ομοιομορφίες.
Μπορεί ν’ απεργάζεται μηχανικά θαύματα κατά το κέφι της κι’ όταν καλεί τέρατα από τα βάθη, εκείνα καταφθάνουν.
Μπορεί μ’ ένα νεύμα να κάνει την αμυγδαλιά ν’ ανθίσει καταχείμωνο και χιόνι να στείλει πάνω στα ώριμα στάχυα.
Μόνο με τις σχέσεις που συνάπτονται θεληματικά και λογικά ομορφαίνει ο άνθρωπος την ζωή του.
Φίλοι μου δεν μου περισσεύει χρόνος για χάσιμο να μάθω τις λεπτομέρειες των κοινωνικών θρησκειών, ξόδιασα ήδη πολύ από την ζωή μου.
Στο μελωμένο θαμποφώς της ωριμότητας μου, θέλω να τρυγήσω, σ’ εξαίσια συναγμένη κερήθρα την γλυκύτητα  της φιλότητας και της φιλίας των ανθρώπων.
Η Κοινωνία, βαριεστημένη από τις ανιαρές κι ηθικοπλαστικές συζητήσεις όσων δεν έχουν ούτε την ευφυΐα να υπερβάλλουν ούτε τη μεγαλοφυΐα να φαντασιοκοπήσουν, αποκαμωμένη απ' τον έμφρονα άνθρωπο που οι αναπολήσεις του βασίζονται πάντοτε πάνω στη μνήμη, που οι καταδηλώσεις του οριοθετούνται απαρέγκλιτα απ' την πιθανότητα κι είναι έτοιμος ανά πάσα στιγμή να υποστεί την επαλήθευση του αχρειότερου  προφήτη που συμβαίνει να είναι παρών.
Ο θεός είναι ατελές αντίγραφο από τα μεγάλα αρχέτυπα και πεπερασμένος γιατί πεθαίνει όταν τον ξεχνούν οι άνθρωποι, όπως είπε και ο Προμηθέας στον Δία.
Η μεγαλύτερη πνευματική απάτη, σε βάρος της φιλοσοφικής αντίληψης του κόσμου, είναι τα θρησκευτικά δόγματα. Για τα οποία επιλέχτηκαν οι ανάλογες περιοχές, με στόχο την φιλοσοφία του Ελληνικού πανθέου,το οποίο πέτυχαν να εξοστρακίσουν, ευνουχίζοντας την διανόηση με την συνδρομή των ελληνιζόντων!
Η Κοινωνία, λοιπόν, αργά ή γρήγορα, πρέπει να ξαναγυρίσει στο χαμένο ηγέτη της, στον καλλιεργημένο και ελκυστικό ψεύτη. Τον φιλόσοφο.
Ποιος ήταν αυτός που πρώτος, δίχως ποτέ να 'χει βγει έξω στο άγριο κυνήγι, είπε στους περιπλανώμενους σπηλαιάνθρωπους το ηλιοβασίλεμα πως είχε σκοτώσει το Μεγαθήριο απ' την πορφυρή σκοτεινιά της σπηλιάς του ή μαχαίρωσε το Μαμούθ σε μια και μοναδική μάχη κι έφερε πίσω τους πλουμιστούς χαυλιόδοντές του, δεν μπορούμε να ξέρουμε, κι ούτε κανείς απ' τους μοντέρνους ανθρωπολόγους μας, παρ' όλη την πολλά κομπαζόμενη επιστήμη τους, είχε το κοινό θάρρος να μας το πει.
Όποιο κι αν ήταν τ' όνομα του ή η ράτσα του, ήταν ασφαλώς ο πραγματικός θεμελιωτής των κοινωνικών σχέσεων των θεόσταλτων προφητών.
Γιατί ο σκοπός του ψεύτη είναι απλούστατα να γοητεύει, να θέλγει, να προσφέρει απόλαυση και πνευματικές ηδονές.
Αυτός είναι η ίδια η βάση της πολιτισμένης κοινωνίας και δίχως αυτόν, ένα επίσημο δείπνο, ακόμα και στα μέγαρα των μεγάλων, είναι τόσο ανιαρό, όσο και μια διάλεξη στη Βουλή των Ελλήνων ή μια λογομαχία στα νυχτερινά κανάλια. 
Η ανάπτυξη της ατομικότητας και της αυτάρκειας είναι το υποκατάστατο του θεού.
Με μια δόση χιούμορ, να χρησιμοποιήσουμε το παγωμένο νερό της φυσικής λογικής ενάντια στις θρησκευτικές θέρμες και εξάψεις.
Ο αρχαίος κόσμος είχε το Δελφικό παράγγελμα «Γνώθι σαυτόν».
Ο νέος κόσμος θα έχει «Έσο εαυτός»