Translate

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Επίκουρος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Επίκουρος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 29 Απριλίου 2020

Προλήψεις και Δεισιδαιμονίες


Προλήψεις και Δεισιδαιμονίες
Ορισμός προλήψεως: Ο όρος «πρόληψη» ανήκει στον Επίκουρο.
Έκτοτε όμως, πολλοί ασχολήθηκαν και δεκάδες ορισμοί δόθηκαν τόσο στη φιλο­σοφία και ψυχολογία, όσο και στη λαογραφία.
Απ’ αυτούς διάλεξα δύο πού δόθηκαν από τούς κορυφαίους λαογράφους μας Νικόλαο Πολίτη και Δημήτριο Λουκάτο.
Πρόληψη, λέει ο  Πολίτης, «ονομάζομε ιδέαν πεπλανημένη, προς την οποίαν αναγκάζονται να κανονίζωσι τας πράξεις των και αυτοί οι αναγνωρίζοντες, ότι εναντιούται προς τον ορθόν λόγον».
 Για κάμποσο καιρό, οι πιο πολλοί άνθρωποι θεωρούν αυτή την ιδέα ως αληθινή και τότε είναι κοινωνικός θεσμός, θρη­σκευτική δοξασία ή πλάνη, δεν είναι όμως πρόληψη με τις αισθήσεις.
Αλλ’ όταν εκλείπει η πίστη για την ορθό­τητα της, όταν μόνο λίγοι απομείνουν «οι ειλικρινείς και από χρηστού συνειδότος προσηλωμέ­νοι» σ’ αυτή, οι δε περισσότεροι δεν έχουν ούτε τη θέληση ούτε τη δύναμη να την καταπολεμή­σουν ως ψευδή, τότε η πλάνη μεταβάλλεται σέ πρόληψη.
Π ρ ο λ ή ψ ε ι ς, σύμφωνα με τον ορισμό πού δίνει ο καθη­γητής της Λαογραφίας Δημ.
Λουκάτος, είναι οι προκαταλή­ψεις πού έχει από παράδοση σχη­ματίσει ο λαός για τίς κακές ε­πιδράσεις ορισμένων ενεργειών ή συμπτώσεων και για την α­νάγκη αποφυγής τους.
Εκτρέφουν τίς προλήψεις, η αμάθεια, οι συμπτώσεις, η κακή αγωγή, τα ήθη και τα έθιμα, οι έξεις, το μη αυτεξούσιο του λογι­σμού και προπαντός, η αδυναμία του χαρακτήρα.
Οι προλήψεις αποτελούν εμ­πόδια - φραγμούς, πού ανακό­πτουν την πρόοδο και πολλοί λί­γοι είναι εκείνοι, πού έχουν την ψυχική δύναμη να τούς ξεπεράσουν.
Λένε λόγου χάρη, για τον Αίσωπο, ότι κάποτε πού το αφεν­τικό του τον έστειλε στο λουτρό να δει να ήταν πολλοί άνθρωποι εκεί, αν και είδε ολάκερο πλή­θος, όταν γύρισε στον αφέντη του του είπε πώς μόνο έναν άνθρωπο βρήκε, γιατί στην είσοδο· τού λου­τρού υπήρχε μια πέτρα, πάνω στην οποία σκόνταφταν όλοι, ό σοι μπαινόβγαιναν, ένας δε μό­νο φρόντισε να μετακινήσει την πέτρα, ενώ όλοι οι άλλοι φοβόνταν να τη μετακινήσουν.
Κατηγορίες προλήψεων:
Η πρόληψη, λέει ο Νικόλαος Πολίτης, είναι «πολυκέφαλον τέρας δυσανταγώνιστον, επιφαινόμενον εν πάση περιστάσει τού βίου και τα πάντα διαφθείρον», γιατί υπάρχουν προλήψεις θρησκευτικές, ηθικές, κοινωνικές και πολιτικές.  
Ορισμός δεισιδαιμονίας:
Δεισιδαιμονία είναι η δοξασία για την εχθρική πα­ρουσία και επενέργεια των δαι­μόνων και των δαιμονικών, ο υ­πό των δαιμόνων φόβος.
Η λέξη δεισιδαιμονία είναι σύν­θετη και παράγεται απ’ τη ρίζα «δειδ» τού ρήματος δείδω, πού θα πει φοβάμαι και απ’ τη λέξη «δαίμων».
Επομένως, η λέξη δεισιδαιμονία σημαίνει φοβάμαι τούς δαίμονες.
Επειδή δε κατά την αρχαιότητα η λέξη δαίμων σήμαινε το Θεό, η δεισιδαιμονία δεν είχε τη σημερινή κακή ση­μασία, αλλά σήμαινε τη θεοσέ­βεια.
Η έννοια αυτού τού όρου δια­τηρήθηκε ως τίς αρχές τού Γ' μ.κ.χ.. αιώνα.
Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς μεταχειρίζεται το ρήμα «δεισιδαιμονώ» (Προτρε­πτικός πρός Έλληνας I, 103) αντί τού λατρεύω.
Επίσης, στις Πράξεις των Αποστόλων (ΙΖ' 22) πού γρά­φτηκαν στις αρχές τού Γ' μ.κ.χ. αιώνα, ο Απόστολος Παύλος μι­λώντας  πρός τούς Αθηναίους, τούς αποκαλεί «δεισιδαιμονεστάτους» αντί «ιθεοσεβεστάτους».
Ήδη όμως, απ’ τα τέλη τής Α' π.κ.χ. εκατονταετηρίδας, πα­ράλληλα με τούτη τη σημασία τού όρου, συνυπάρχει και μία άλλη, η οποία πλησιάζει τη δει­σιδαιμονία, όπως την εννοούμε σήμερα.
Σύμφωνα με τη δεύτερη ση­μασία τού όρου, η δεισιδαιμονία θεωρείται θρησκευτική δοξασία, πού είναι θεμελιωμένη έξω τής κοινώς παραδεδεγμένης πίστεως.
Τη σημασία τούτη, τη συναν­τάμε στο «περί δεισιδαιμονίας» κεφάλαιο των «χαρακτήρων» τού Θεόφραστου.
Η μετάπτωση αυτή εξηγείται ως εξής:
Ο σεβασμός πρός τούς θεούς, όπως συμβαίνει ακόμα, και σήμε­ρα, εννοείται ως μια κάποια μορ­φή φόβου , λ.χ. είναι θεο­φοβούμενος, λέμε εμείς οι Νεο­έλληνες.
Ο φόβος όμως αυτός με την πάροδο τού χρόνου έγινε τέτοιος, ώστε πίσω απ’ την έννοια τού Θεού να κρύβεται κάτι το φο­βερό για τούς θνητούς, έτσι πού να νομίζονται ότι οι Θεοί είναι πρόξενοι όλων των δυστυχιών του ανθρώ­που, όντα υπερφυσικά, πού πρέ­πει να εξευμενιστούν με κάθε τρόπο:
Ο δεισιδαίμων φοβάται μήπως κάνει ή μήπως παραλείψει να κάνει κάτι και επισύρει την ορ­γή Θεών, αγνώστων στη θρη­σκεία, πού πιστεύει.
Με την πίστη προπαντός, ότι εμμένει στα δόγματα τής ίδιας αυτού θρησκείας, εκτελεί χωρίς να γνωρίζει, τα παραγγέλμα­τα μιας θρησκείας πού εξέλιπε, και τούτα ατελή, διεστραμμένα και παραμορφωμένα.
Έτσι, σιγά - σιγά η λέξη ξέφυγε απ’ την αρχική της έννοια και κατάντησε να σημαίνει «θρησκόληπτος» και «δαιμονόφοβος».
Με τη διατύπωση ενός συγκε­κριμένου και ανεπίδεκτου ελα­στικότητα: ορισμού τής
δεισιδαι­μονίας, σαν φαινομένου τού βίου των λαών, ανέκαθεν υπήρξαν δι­αφωνίες και καθένας, ξεκινώντας, απ’ τη δική του φιλοσοφική σκο­πιά, διατύπωσε δικό του ορισμό.
Ο Πλούταρχος, στο «περί δει­σιδαιμονίας» βιβλίο του, καθορί­ζει τη δεισιδαιμονία, ως «πάθος εκ ψευδούς λόγου γεννώμενο», προτιμά δε τον άθεο από τον δεισιδαίμονα, γιατί ο μεν άθεος αρνιέται ολοκληρωτικά τον Θεό, ο δε δεισιδαίμονας τού προσδίδει απρεπείς ιδιότητες.
Και τής δεισιδαιμονίας δόθη­καν πολλοί ορισμοί.
Πιο κοντά στις σημερινές αν­τιλήψεις για τη δεισιδαιμονία, είναι ο ορισμός τού Κάντιου. «Δεισιδαιμονία», λέγει ο Κάντιος, είναι η κλίσις πρός θεμελίωσιν πίστεως επί ζητημάτων μη διασαφηθέντων έτι υπό των φυ­σιολογικών νόμων» (Steit D., Fakyitatain A., 112).
Το κράτος τής δεισιδαιμονίας είναι ευρύτατο και απέραντο.
Εξικνείται στα πέρατα τής οι­κουμένης. Λαοί, άγριοι και πο­λιτισμένοι, υπακούνε στα κελευστά της, η διαφορά είναι μόνο ποιοτική.
Στους άγριους λαούς, η δει­σιδαιμονία διατηρεί την στυγνή και αποτρόπαια όψη. Της, ενώ στους πολιτισμένους έχει χαρα­κτήρα ηπιότερο και τίς πιο πολ­λές φορές ακίνδυνο.
Λόγου χάρη: Ο άγριος τής Νέας Ζηλανδί­ας τρώει το αριστερό μάτι τού νικημένου αντιπάλου του, πιστεύ­οντας ότι παίρνει μαζί και τη δύναμή του, ενώ στην Ελλάδα οι μανάδες δεν δίνουν στα παι­διά τους να φάνε μυαλό κοκοριού για να μη γίνουν κοκορόμυαλα, ή δεν τ’ αφήνουν να φά­νε πρόβεια γλώσσα για να μη γίνουν δικηγόροι.
Άλλο παράδειγμα: Οι Αναμίτες Σεδάγκ (Ασιατικός Λαός) όταν χτίζουν σπίτι, ανοίγουν ένα βαθύ λάκκο και ρίχνουν μέσα ζωντανό ένα δούλο, έπειτα πάνω σ’ αυτό το ζωντανό θύμα, βάζουν το πρώτο θεμέλιο παλούκι τού σπιτιού, πι­στεύοντας ότι θα στεριώσει το σπίτι.
Το ίδιο πιστεύομε κι’ ε­μείς' μόνο πού, δε χτίζουμε πια τού πρωτομάστορα τη γυναίκα, όπως αναφέρει το δημοτικό τρα­γούδι, για το περίφημο γεφύρι τής Άρτας, αλλά σφάζουμε στα θεμέλια τού σπιτιού έναν κόκορα ή κριάρι, ή και σκυλί ακό­μη, για να στοιχειώσει το σπίτι.
 Πηγές της δεισιδαιμονίας
Η αρχική εμφάνιση των δεισιδαιμόνων αντιλήψεων οφείλεται στην προσπάθεια τού ανθρώπου αφ’ ενός μεν να εξηγήσει, να αναλύσει και να ταξινομήσει τα φαινόμενα τής φύσεως, αφ’ ετέ­ρου δε να ρυθμίσει τις πράξεις του σύμφωνα με τα δεδομένα.
Ο αρχέγονος άνθρωπος, πα­ρόλο πού χρησιμοποίησε όλη την πενιχρή πείρα του κι’ εξάντλησε όλη την κριτική του δύναμη δε μπόρεσε να εξηγήσει ορισμένα φαινόμενα τής φύσεως, λ.χ.
δια­δοχή ημέρας και νύχτας, αστρα­πές και βροντές κ.λ.π. και τού οργανισμού του, π.χ. ασθένειες, όνειρα, θάνατος κ.λ.π.
Η τά­ση του δε αυτή να θεμελιώσει δοξασίες για ζητήματα πού εί­ναι ανώτερα απ’ τη νοητική    δύ­ναμη τού ανθρώπου υπήρξαν η πρωταρχική πηγή των δεισιδαι­μονιών.
Αργότερα επέδρασσαν στη δι­αμόρφωσή τους πολλοί και διά­φοροι παράγοντες.
Αν εξετάσουμε με κάθε επι­μέλεια την πληθώρα των δεισι­δαιμονιών, θ’ αντιληφθούμε ότι είναι λαογραφικά υπολείμματα, ή επιβιώσεις είτε παμπάλαιων και εντελώς πρωτογόνων μαγι­κών κυρίως δοξασιών και εθί­μων, είτε λείψανα παλαιότατων αστρολογικών δοξασιών ή και λατρευτικών εθίμων.
Και για να μεταχειρισθώ τα λόγια τοι Πολίτη , «είναι συντρίμματα δοξα­σιών λησμονημένων, αμυδρά ζώ­πυρα εκ τής φωταυγούς εστίας καταλυθεισών θρησκειών των πα­ρωχημένων χρόνων».
Γι’ αυτό ακριβώς, ενώ μάταια ψάχνουμε να βρούμε τη δικαιολογητική βάση των δεισιδαιμονιών στις ιδέες πού επικρατούν σήμερα, τη βρίσκουμε στη λα­τρεία των προγόνων μας, ή άλ­λων παλαιοτέρων λαών και με την βοήθεια των δοξασιών αυτών «περί θεών», εξηγούμε με ευχέ­ρεια τα παράδοξα και ακατάλη­πτα κελεύσματα τής δεισιδαιμο­νίας.
Γιατί η γνώση, πού  αποκτούμε από άλλες πηγές, για τις θρησκείες πού εξέλιπαν, μάς βοηθάνε να αποκαταστήσουμε τη συνοχή των λειψάνων τους, πού διασώθηκαν στις δεισιδαιμονίες και στο να προσθέσουμε τούς κρί­κους πού έλειπαν απ’ τη σπασμέ­νη αλυσίδα πού μάς συνδέει με τον αρχαίο κόσμο.
Αρκούμαι να αναφέρω λίγα παραδείγματα, πού βεβαιώνουν αυτή τη σχέση.
Είναι γνωστός σέ όλους ο Μάρ­της, όπως λένε σ’ όλη την Ελ­λάδα τις κόκκινες ή χρυσαφένιες ή κίτρινες κλωστές, πού δένουν οι μανάδες στα χέρια των παι­διών τους, για να μην τα κάψει ο πρωτομαρτιάτικος Ήλιος. Η ίδια συνήθεια, όπως μας πληρο­φορεί σέ μια ομιλία του ο
Χρυ­σόστομος, υπήρχε και στον Ε' αιώνα μ.κ.χ. Επίσης, από μία ο­μιλία τού Χρυσοστόμου, στην οποία ο άγιος πατέρας καυτηριά­ζει αυτή την συνήθεια, προκύπτει ότι αυτή ήταν πολύ παλιά. Και πραγματικά ήταν λείψανο τής αρχαίας Ελληνικής λατρείας, γιατί τη συναντάμε στα
Ελευσίνια μυστήρια.
Ο Μάρτης είναι η κρόκη , πού φορού­σαν οι μύστες στο δεξί χέρι και πόδι, αποδίδοντας σ’ αυτή κά­ποια, άγνωστη σ’ εμάς, συμβολι­κή σημασία.
Άλλο παράδειγμα: Η απαγό­ρευση τής τελέσεως των γάμων το Μάη μήνα είναι κοινή όχι μό­νο οι Έλληνες, άλλα και όλοι οι άλλοι Ευρωπαϊκοί λαοί θεωρούν δυσοίωνη την τέλεση των
μαγιά­τικων γάμων.
Πολλές εκδοχές κυκλοφορούν για το δικαιολογητικό λόγο αυτής τής δεισιδαιμονίας, άλλα καμμιά δεν φαίνεται πειστική. Μερικοί  λένε, ότι το Μάη γιορτάζει η ά­γρια Μαύρα και άρα ότι κάνει κανείς αυτό το μήνα, θα είναι κακά και μαύρα.
Η δικαιολογία αυτή θα μπορούσε να είναι αληθινή μόνο για τους ορθόδοξους.
Άλλοι λένε, πώς ο Μάης είναι ο μήνας πού ζευγαρώνουν τα γαϊδούρια.
«Να ήμουν το Μάη γάιδαρος», λέει μία παροιμία, «το θεριστή κριάρι κι όλο το χρόνο κόκορας και γάτος το Γενάρη». Συνεπώς, αποφεύγουν όλοι να παντρευτούν  αυτό το μήνα για να μην κακοχαρακτηριστούν  παρομοιαζόμενοι με τα γαϊδούρια. Αλλά είναι φανερό, ότι αυτή η δικαιολογία λέγεται χάριν αστειότητας.
Την αληθινή ερμηνεία τής δεισιδαιμονίας μάς τη δίνει η λατρεία των αρχαίων Ρωμαίων.
Το Μάη μήνα γιόρταζαν οι Ρωμαίοι τα Λ ε μ ο υ ρ ά λ ι α, γιορτή , πού ήταν αφιερωμένη, στους καταχθόνιους δαίμονες. Γι’ αυτό ακριβώς, οι μέρες τού Μάη θεωρούνταν αποφράδες και ήταν απαγορευμένοι οι γάμοι, για να μη δυστυχήσουν εκείνοι πού θα παντρεύονταν.
Είναι ανάγκη να πούμε πώς, σύμφωνα με τον νόμο τής επιβιώσεως, διατηρούνται στο παρόν, απλώς και μόνο γιατί υπήρξαν πριν κι όχι για κανένα άλλο λόγο, πολλά ίχνη τού παρελθόντος.
Υποβοηθούν δε και άλλα αίτια στο να γίνει η διατήρηση αυτή πιο διαρκής και κάθε φορά ένα απομεινάρι τού παρελθόντος πα­ρουσιάζεται και με μία καινούργια  μορφή.
Τα αίτια αυτά είναι κυρίως ψυχολογικά.
Τα κυριότερα απ’ αυτά είναι: Διηγήσεις διάφορες. Η Μαντική και η Μαγεία.
Οι μαγικές οδηγίες για εξιλασμό ή δέσμευση των υπεράν­θρωπων δυνάμεων, καθώς και οι οδηγίες για την επήρεια των ουρανίων σωμάτων στις τύχες των ανθρώπων, περιέχονται στα μα­γικά βιβλία. Τα περισσότερα απ’ αυτά πού περισώθηκαν μέχρι σή­μερα τέτοια, Ελληνικά βιβλία γράφτηκαν τον Γ’ και Δ' αιώνα μ.κ.χ., βρέθηκαν δε στην Αίγυ­πτο, σε παπύρους.
Απ’ αυτά έχουν την αρχή τους και οι πολύ γνωστές στο λαό μας Σολομωνικές  και τα Ιατροσόφια.  
Απ’ αυτά δε τα βιβλία πηγά­ζουν οι περισσότερες δεισιδαιμο­νίες τού Ελληνικού λαού.
Σ’ αυ­τά βρίσκουμε και την εξήγηση δεισιδαιμονιών γιατί, άλλες μεν απ’ αυτές γίνεται φανερό ότι προήλθαν από την υποτιθέμενη επήρεια των αστέρων στον αν­θρώπινο βίο. άλλες δε απ’ τη σχέση τού διαβόλου με τον άν­θρωπο κι άλλες που είναι στρεβλω­μένες, ή με την πάροδο τού χρό­νου παραφθαρέντα παραγγέλμα­τα τής αρχαίας θρησκείας.
Οι δε υπόλοιπες δημιουργήθηκαν στα μεταγενέστερα χρόνια με τούς ίδιους κανόνες, πού γίνονταν οι δεισιδαιμονίες και στους αρχαίους.
Απ’ τούς κανόνες αυτούς, θα αναφέρω μόνο τον κανόνα τής αναλογία ς.  στον όποιο χρωστάμε ένα πολύ μεγάλο α­ριθμό δεισιδαιμονιών. Ο δεισιδαίμων υποθέτει πώς υπάρχει κάποια σχέση μυστηριώδης και συγ­γένεια ανάμεσα στα όμοια πράγματα και σύμφωνα με την ανύ­παρκτη αυτή σχέση κανονίζει τις πράξεις του.
Συνηθέστατα, ή ομοιότητα παρατηρείται μόνον στα ονόματα, κι' έτσι δημιουργούνται δεισιδαιμονίες από λογοπαίγνια, π.χ.
Ο Σεπτέμβρης μήνας, κοι­νώς τρυγητής, ονομαζόμενος, νομίζεται στην Κέρκυρα ακατάλ­ληλος για γάμους, γιατί τρυγάει και θερίζει το αντρόγυνο.
Στη Σύμη δεν παντρεύον­ται το Σάββατα τής Τ υ ρ ι ν ή ς για να μην τυραννιόνται.
Φαί­νεται δηλαδή καθαρά πώς κι’ αυτή και άλλες δεισιδαιμονίες γεννήθηκαν απ’ την κωμική πα­ρετυμολογία. των ονομάτων.
Έτσι δημιουργήθηκε μια ανεξάντλητη πηγή δεισιδαιμονι­ών, πού δεν υπάρχει ελπίδα να εξαλειφθούν ολοσχερώς απ’ το ανθρώπινο γένος. Μοιάζουν με το χιόνι τού Χελμού, το οποίο, όπως λέει ένα δημοτικό τραγού­δι:
Ώσπου να λειώσει το παλιό
καινούργιο το πλακώνει.
Στην διαιώνιση των παραδεδε­γμένων δεισιδαιμονιών, δεν συνέ­βαλε λίγο και η εκμετάλλευση των επιστημονικών εφευρέσεων α­πό παλαιούς εφευρέτες.
Είναι γνωστό ότι τα πολύ παλιά χρόνια οι Ιέρειες τής Αρτέμιδας χρησιμοποιούσαν στρώματα ασβεστίου κάτω από τα πέδι­λα τους, έτσι ώστε να περπα­τάνε πάνω σ’ αναμμένα κάρβου­να.
Το Βατικανό, τροφοδοτούσε σκόπιμα την δεισιδαιμονία για την κόλαση,, τον Παράδεισο και την άφεση των αμαρτιών και γέ­μιζε τα θησαυροφυλάκιά του με άφθονα χρήματα, χορηγώντας τα περίφημα συγχωροχάρτια.
Κ α τ α π ο λ έ μ η σ η        δεισιδαιμονίας:
Πολλοί όμως ήταν εκείνοι πού προσπάθησαν να καταπολεμήσουν την δεισιδαιμονία των λαών.
Απ’ αυτούς αναφέρουμε τον Ηράκλειτο, τον Ξεν0φάνη και τον Θεόφραστο, πού έγραψε ξεχωρι­στό κεφάλαιο στους «Χαρακτή­ρες» του, στο οποίο δίνει την ει­κόνα τού δεισιδαίμονα. Επίσης, ο  Πλούταρχος έγραψε ειδικό βι­βλίο για την δεισιδαιμονία.
Παρ’ όλα αυτά όμως, οι απλοϊκοί άνθρωποι δεν μπόρεσαν να α­παλλαγούν από τούς αδικαιολόγητους φόβους και τις προ­λήψεις.
Ο  ρόλος των δει­σιδαιμονιών στην ζωή των ανθρώπων. Υπάρχουν, λέει ο Κρισναμούρτι, τρία αμαρτήματα, που προξενούν περισσότερο κακό απ’ όλα τ’ άλλα στον κόσμο.
Η κακολογία, η σκληρότητα και η  δεισιδαιμονία . Γιατί είναι αμαρτήματα κατά τής αγάπης.
Ο άνθρωπος πού θέλει να γεμίσει την καρδιά του με την αγάπη τού θεού, πρέπει να προφυλάγεται αδιάκοπα απ’ αυτά τα τρία αμαρτήματα. Η δεισιδαιμονία έχει προκαλέσει φρικιαστικές σκληρότητες
Πολλά εγκλήματα έκαναν οι άνθρωποι εν ονόματι τού Θεού τής Αγάπης, με κίνητρο αυτόν τον εφιάλτη τής δεισιδαιμονίας.
Να είσαι επομένως πολύ προσεκτικός, για να μη μείνει σέ σένα το ελάχιστο ίχνος δεισιδαιμονίας.
Το μεγαλύτερο κακό πού προκαλεί η δεισιδαιμονία είναι ότι δεσμεύει την ελευθερία τής βουλήσεως, επισκοτίζει την διάνοια τού ανθρώπου, τον κάνει διαρκώς να φοβάται από ανύπαρκτους κινδύνους και τον εξαναγκάζει πολλές φορές σέ έργα άσκοπα και επιβλαβή.
Ο Ελευθεροτεκτονισμός, πού είδε κατά το 18ο αιώνα, να ακμάζει η δεισιδαιμονία στα διάφορα συστήματα του, την καταπολεμάει έντονα καταδικάζοντας την.
Η δεισιδαιμονία για τούς, τέκτονες θεωρείται ως ελλιπής γνώση ,η οποία μπορεί να οδηγήσει σέ εσφαλμένα πορίσματα και σ’ εσφαλμένες ενέργειες ηθικής ή κοινωνικής φύσεως.
Υπ’ αυτή την έννοια, ο Ελευθεροτεκτονισμός είναι άσπονδος εχθρός τής δεισιδαιμονίας, γιατί την αληθινή έννοια τής εργασίας του, πρέπει να την αναζητεί διαρκώς στην προσπάθεια για την ύψιστη τελειοποίηση τής ανθρώπινης υπάρξεως και γνώσεως.
Αυτό προκύπτει άλλωστε από τα τυπικά του, επισφράγισμα των όποιων αποτελούν τα λόγια τού μεγάλου Τέκτονα Μότσαρτ στο «μαγεμένο αυλό», πώς «στο τέλος οι γνωστικοί θα νικήσουν και οι προλήψεις θα εξαφανιστούν».


Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2018

ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ ΚΑΙ ΘΕΟΣ Η ΧΑΜΕΝΗ ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΨΕΥΔΟΥΣ



ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ ΚΑΙ ΘΕΟΣ Η ΧΑΜΕΝΗ ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΨΕΥΔΟΥΣ
Τι να τον κάνω το Θεό; Δεν τον χρειάζομαι…
Τον έχουν όμως ανάγκη οι άλλοι και για τον λόγο αυτό επινόησαν τις θρησκείες.
Σύμφωνα με   ερευνητές, η πίστη στο Θεό βρίσκεται «δικτυωμένη» βαθιά στον ανθρώπινο εγκέφαλο, ο οποίος είναι προγραμματισμένος για τις θρησκευτικές εμπειρίες, γεγονός που καθιστά την θρησκεία ένα παγκόσμιο ανθρώπινο φαινόμενο στην ιστορία.
Οι θρησκείες όμως είναι κρυψώνες εύκολες και για κάθε λογής ενόχους.
H θρησκεία   δεν αποτελεί μια ειδική περίπτωση ενός συστήματος πεποιθήσεων, αλλά εξελίχτηκε μαζί με τις άλλες πίστεις και γνωσιακές ικανότητες του ανθρώπου.
Οι πιστοί των θρησκειών έτσι, έχουν λόγο να ξοδεύουν πλούτο για τελετές, θυσίες, φαγοπότια, Ιερά, Ναούς  και αγάλματα ή εικόνες.
Οι Έλληνες με το έντονο καλλιτεχνικό τους αισθητήριο έκτισαν όμορφους θεούς.
Μέχρι εδώ δεν είναι κακό. Εάν οι ναοί υπηρετούν την τέχνη της αρμονικής δόμησης, τα αγάλματα και οι εικόνες την τέχνη της αισθητικής του κάλους και οι γιορτές την ανάγκη για κοινωνική συνύπαρξη της ηδονής του θεάτρου, της μουσικής και της παρασκευής γευστικών εδεσμάτων, τότε καλά κάνουν αυτοί οι άνθρωποι και ανακάλυψαν τον Θεό.
Στην κλασσική Ελλάδα στις κρεβατοκάμαρες είχαν αγάλματα του Απόλλωνα ή του Ερμή ώστε η γυναίκα κατά την διάρκεια της ερωτικής έκστασης  ή των οδυνών του τοκετού να οραματίζεται το όμορφο παιδί που θα γεννήσει.
Οι φίλοι του Επίκουρου είναι πρώτοι στις γιορτές, στις τελετές και στα γλέντια και τα χαίρονται ειλικρινά μαζί με τον λαό ξεχνώντας τις επιφυλάξεις τους.
          Οι Θεοί όμως είναι το κέντρο του κύκλου του προβλήματος αλλά η περιφέρεια είναι οι θρησκείες με τις δεισιδαιμονίες και τις προκαταλήψεις.
Ο Θεός είναι δεσμώτης και οι θρησκείες δεσμωτήρια..
Οι θρησκείες παράγουν υπερφυσικό φόβο για τον καλό ή τον κακό θάνατο μας και για την τύχη, του μη αντιληπτού τμήματος του σώματος μας, που τυχών επιβιώνει μετά θάνατον, της ψυχής.
Πολλοί από εμάς όμως βρήκαμε την τύχη αυτής (της ψυχής) και την προσδιορίσαμε.
Είναι η ανάμνηση μας στους φίλους μας και στα μέλη της οικογένειας μας, το καταγεγραμμένο παρελθόν του βίου μας επί της γης.
Η καλή ή  κακή ζωή που ζήσαμε, πόσο πίναμε, πόσο καπνίζαμε, πόσους ανθρώπους ερωτευτήκαμε, πόσους απογόνους αποκτήσαμε, πόσους φίλους είχαμε και πόσα υλικά αγαθά αποκτήσαμε, είτε τα μοιράσαμε, είτε τα ξοδέψαμε στις ανάγκες των παθών μας.
Το παρελθόν μας  είναι η ψυχή μας.
Κανένας θεός δεν θα καθορίσει τις τυχαίες επιλογές των στιγμιαίων συναισθηματικών παθών μας.
Μωρέ δεν μας σώζει τίποτε και κανείς από τους εαυτούς μας.
Ο Επίκουρος αντιμετώπισε τον θεό με σοβαρότητα, χρησιμοποιώντας εκφράσεις όπως Θεϊκό μεγαλείο, Θεία φύση.
« Να μη μπερδέψουμε τα ουράνια σώματα με κανένα τρόπο τη θεία φύση, παρά να την αφήσουμε αναγγάρευτη και σ’ όλη τη μακαριότητα» (Β’ προς Πυθοκλέα 97)
«Μα σε καθετί που σκεφτόμαστε και λέμε για τα’ άστρα πρέπει να κρατήσουμε τη σοβαρότητα που ταιριάζει στο θεό, για να μη προβάλουν δοξασίες αντιφατικές για το θεϊκό μεγαλείο». (Α επιστολή)
«Θεοί υπάρχουν, η γνώση που έχουμε γι’ αυτούς είναι ξεκάθαρη, όπως όλων που μας δίνουν οι αισθήσεις» « Οι θεοί δεν φροντίζουν για τον κόσμο ούτε ανακατώνονται στις υποθέσεις των ανθρώπων» «Αυτοί τραβούν τον δρόμο τους όπως όρισαν οι μηχανικοί συνδυασμοί».
Η σοβαρότητα του Επίκουρου όμως κατά την γνώμη μου προήλθε από την πρόνοια του να προστατεύσει τους κήπους από την μανία της εκδίκησης των φανατικών ( φονταμενταλιστών) θρησκευομένων διαχρονικά.
Ο Επίκουρος είμαι σίγουρος, ότι δεν θα συμφωνούσε, κανείς από εμάς να αυτοαποκαλείται Επικούρειος, γιατί αυτό θα δημιουργούσε δογματική σέχτα, και μορφή θρησκείας.
Θα μας αποκαλούσε απλά σκεπτόμενους αισθαντικούς της φύσης και των φαινομένων.
Η δεισιδαιμονικές γνωστές μονοθεϊστικές θρησκείες και δοξασίες είναι από τις πιο δυσκολοθεράπευτες αρρώστιες.
Σίγουρα, σήμερα είμαστε μια εξευτελισμένη φυλή κι’ έχουμε πουλήσει τα πνευματικά πρωτοτόκια μας για ένα συνονθύλευμα ξενόφερτων θεολογικών απόψεων και προκαταλήψεων.
Γνώρισα ανθρώπους θρησκευόμενους τόσο αδειανούς που έμοιαζαν τσόφλια ονείρων.
Τα δόγματα, που εκφράζουν κάποια δοσμένη θεωρία, πάντα κατά το δοκούν των εμπνευστών τους, δεν ενδιαφέρονται για την αλήθεια.
Εκείνο που   επιδιώκουν είναι να επιβληθούν όπως προβάλλονται.
Όποιος τα εναντιώνεται αυτόματα γίνεται αιρετικός.
Γι’ αυτό και οι άπειρες αιρέσεις που τα πλαισιώνουν!
Όπως η τέχνη είναι στην πραγματικότητα μια μορφή υπερβολής της φύσης, έτσι και η θρησκεία είναι υπερέμφαση της φυσικής ζωής.
Οι θρησκείες στο παγερό τους άγγιγμα μολύνουν τα πάντα και εκχυδαΐζουν την ανθρωπότητα.
Ακούστε  τι μου είπε ένας άθλιος θρησκευόμενος φίλος. «Πλέρωσε την κηδεία μου εσύ, κι’ αργότερα στα επιστρέφω», ανόητες ματαιοδοξίες για την αιωνιότητα.
Η φύση στα μάτια της, δεν έχει νόμους ούτε ομοιομορφίες.
Μπορεί ν’ απεργάζεται μηχανικά θαύματα κατά το κέφι της κι’ όταν καλεί τέρατα από τα βάθη, εκείνα καταφθάνουν.
Μπορεί μ’ ένα νεύμα να κάνει την αμυγδαλιά ν’ ανθίσει καταχείμωνο και χιόνι να στείλει πάνω στα ώριμα στάχυα.
Μόνο με τις σχέσεις που συνάπτονται θεληματικά και λογικά ομορφαίνει ο άνθρωπος την ζωή του.
Φίλοι μου δεν μου περισσεύει χρόνος για χάσιμο να μάθω τις λεπτομέρειες των κοινωνικών θρησκειών, ξόδιασα ήδη πολύ από την ζωή μου.
Στο μελωμένο θαμποφώς της ωριμότητας μου, θέλω να τρυγήσω, σ’ εξαίσια συναγμένη κερήθρα την γλυκύτητα  της φιλότητας και της φιλίας των ανθρώπων.
Η Κοινωνία, βαριεστημένη από τις ανιαρές κι ηθικοπλαστικές συζητήσεις όσων δεν έχουν ούτε την ευφυΐα να υπερβάλλουν ούτε τη μεγαλοφυΐα να φαντασιοκοπήσουν, αποκαμωμένη απ' τον έμφρονα άνθρωπο που οι αναπολήσεις του βασίζονται πάντοτε πάνω στη μνήμη, που οι καταδηλώσεις του οριοθετούνται απαρέγκλιτα απ' την πιθανότητα κι είναι έτοιμος ανά πάσα στιγμή να υποστεί την επαλήθευση του αχρειότερου  προφήτη που συμβαίνει να είναι παρών.
Ο θεός είναι ατελές αντίγραφο από τα μεγάλα αρχέτυπα και πεπερασμένος γιατί πεθαίνει όταν τον ξεχνούν οι άνθρωποι, όπως είπε και ο Προμηθέας στον Δία.
Η μεγαλύτερη πνευματική απάτη, σε βάρος της φιλοσοφικής αντίληψης του κόσμου, είναι τα θρησκευτικά δόγματα. Για τα οποία επιλέχτηκαν οι ανάλογες περιοχές, με στόχο την φιλοσοφία του Ελληνικού πανθέου,το οποίο πέτυχαν να εξοστρακίσουν, ευνουχίζοντας την διανόηση με την συνδρομή των ελληνιζόντων!
Η Κοινωνία, λοιπόν, αργά ή γρήγορα, πρέπει να ξαναγυρίσει στο χαμένο ηγέτη της, στον καλλιεργημένο και ελκυστικό ψεύτη. Τον φιλόσοφο.
Ποιος ήταν αυτός που πρώτος, δίχως ποτέ να 'χει βγει έξω στο άγριο κυνήγι, είπε στους περιπλανώμενους σπηλαιάνθρωπους το ηλιοβασίλεμα πως είχε σκοτώσει το Μεγαθήριο απ' την πορφυρή σκοτεινιά της σπηλιάς του ή μαχαίρωσε το Μαμούθ σε μια και μοναδική μάχη κι έφερε πίσω τους πλουμιστούς χαυλιόδοντές του, δεν μπορούμε να ξέρουμε, κι ούτε κανείς απ' τους μοντέρνους ανθρωπολόγους μας, παρ' όλη την πολλά κομπαζόμενη επιστήμη τους, είχε το κοινό θάρρος να μας το πει.
Όποιο κι αν ήταν τ' όνομα του ή η ράτσα του, ήταν ασφαλώς ο πραγματικός θεμελιωτής των κοινωνικών σχέσεων των θεόσταλτων προφητών.
Γιατί ο σκοπός του ψεύτη είναι απλούστατα να γοητεύει, να θέλγει, να προσφέρει απόλαυση και πνευματικές ηδονές.
Αυτός είναι η ίδια η βάση της πολιτισμένης κοινωνίας και δίχως αυτόν, ένα επίσημο δείπνο, ακόμα και στα μέγαρα των μεγάλων, είναι τόσο ανιαρό, όσο και μια διάλεξη στη Βουλή των Ελλήνων ή μια λογομαχία στα νυχτερινά κανάλια. 
Η ανάπτυξη της ατομικότητας και της αυτάρκειας είναι το υποκατάστατο του θεού.
Με μια δόση χιούμορ, να χρησιμοποιήσουμε το παγωμένο νερό της φυσικής λογικής ενάντια στις θρησκευτικές θέρμες και εξάψεις.
Ο αρχαίος κόσμος είχε το Δελφικό παράγγελμα «Γνώθι σαυτόν».
Ο νέος κόσμος θα έχει «Έσο εαυτός»