Translate

Κυριακή 26 Απριλίου 2020

ΕΡΙΝΥΕΣ: ΟΙ ΕΠΙΚΟΥΡΟΙ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ



   Κατά τον Ησίοδο, οι Ερινύες γεννήθηκαν από το αίμα που έσταξε η πληγή του Ουρανού, όταν τον ακρωτηρίασε ο γιος του Κρόνος.
Για άλλους συγγραφείς θεωρούνταν γονείς τους ο Άδης και η Περσεφόνη, ενώ ο Αισχύλος τις θεωρεί κόρες της Νύχτας και ο Σοφοκλής κόρες της Γης και του Σκοταδιού.
Είναι η Αλικτώ, η Μέγαιρα και η Τισικτόνη.
Οι Ερινύες ήταν φτερωτοί δαίμονες που  καταδίωκαν την λεία τους πετώντας.
Είχαν παρόμοιες αναλογίες και με τις υπόλοιπες υποχθόνιες θεότητες τις Κήρες και τις Άρπυες.
Είχαν την δυνατότητα να μεταμορφώνονται γρήγορα και συχνά.
Επίσης είναι γνωστές και ως Ευμενίδες, δίνοντάς έτσι το όνομά τους στην τρίτη τραγωδία της τριλογίας Oρέστειας του Αισχύλου.
Τα κεφάλια των Ερινύων ήταν τυλιγμένα με φίδια, εικόνα που θυμίζει τη Μέδουσα Γοργώ και γενικότερα όλη η εμφάνισή τους ήταν φρικιαστική και απωθητική.
Συνήθως απεικονίζονται με αστραφτερό βλέμμα μαύρες στην όψη, αποπνέουσες καταστρεπτικό πυρ αλλά και με φτερά φέρουσες μαύρες εσθήτες.
Κατοικία τους είχαν τον κάτω κόσμο του Άδη απ’ όπου και αναλάμβαναν την εκτέλεση των ποινών που έθεταν οι κριτές του Άδη και της Δίκης στους ανθρώπους, ακόμα και πέραν του τάφου τους γι’ αυτό επί των φονέων αποκαλούνταν ως θεότητες "Επίκουροι της Δίκης".
Στα χέρια τους έφεραν συνήθως αναμμένες δάδες για να διαλύουν τα σκότη που ευνοούσαν ή κάλυπταν τα διαπραχθέντα εγκλήματα καθώς και μαστίγιο φιδοφόρο ως όπλο κατά των δραστών.
Στη μέση τους έφεραν ζώνη δίνοντας την όψη Μαινάδων και γι’ αυτό επίσης ονομάζονταν και "Βάκχες του Άδη".
Το μελανό δέρμα τους καλύπτονταν από μαύρα φορέματα.
Τα πρόσωπα τους ήταν τρομαχτικά και φρικιαστικά.
Τα μαλλιά τους ήταν ανάκατα με φίδια.
Η ανάσα τους ήταν φαρμακερή, όπως φαρμακερός ήταν κι ο αφρός που έβγαινε από το στόμα τους.
Η πνοή τους έβγαζε φλόγες και τα μάτια τους πετούσαν σπίθες.
Έτσι, σκορπούσαν στο πέ­ρασμα τους κάθε λογής αρρώστιες κι εμπόδι­ζαν ακόμη και τα φυτά ν’ αναπτυχθούν.
Οι Ερινύες  κυνηγούσαν όσους είχαν διαπράξει εγκλήματα κατά της φυσικής και ηθικής τάξης των πραγμάτων. Επίσης, οι Ερινύες τιμωρούσαν και καταδίωκαν με λύσσα όλους όσοι είχαν διαπράξει φόνο, ήταν κυριευμένοι από μίσος και κακία, ήταν επίορκοι ή δόλιοι.
Φτάνουν στο σημείο να τιμωρούν αυτούς που αρπάζουν τους νεοσσούς απ' τις φωλιές των πουλιών.

Μπορούμε να πούμε ότι οι αρχαίοι Έλληνες μέσω των Ερινυών συμβόλιζαν τις τύψεις και τις ενοχές που κατακλύζουν την ψυχή και το μυαλό ενός άδικου, ενός κακού ή ενός εγκληματία και που τον οδηγούν στην καταστροφή του αποδεικνύοντας ότι, το μάτι της Θεί­ας Δικαιοσύνης τα βλέπει όλα και μοιράζει στον καθένα δικαίως, εκείνη την αμοιβή που του αξίζει.
Κανένας ένοχος δεν γλιτώνει από την αβυσ­σαλέα εκδίκηση τους, όσο κι αν αυτός πιστεύει ότι είναι ασφαλής.
Σε ανύποπτο χρόνο, οι τρομακτικές Ερινύες χιμούν καταπάνω του, δεν τον αφήνουν σε ησυχία, ρημάζουν το σπίτι του, τον διώχνουν από κει και τον καταδιώκουν, ώσπου να πέσει αποκαμωμένος, τρελός απ'τα τραγούδια τους που πιλατεύουν τ'αυτιά του.
Στην Ιλιάδα του Ομήρου, βλέπουμε το θεό Άρη να τον καταδιώκουν οι Ερινύες επειδή βοήθησε τους Τρώες, αντίθετα προς την επιθυμία της μητέρας του Ήρας.
Παρόμοια απειλή κρέμεται πάνω απ' τον Τηλέμαχο σε περίπτωση που έδιωχνε την Πηνελόπη από το πατρικό σπίτι.
Οι Ερινύες, σαν εκδικήτριες του φριχτότερου απ' όλα τα εγκλήματα, της πατροκτονίας, χρησίμεψαν για θέμα στους Έλληνες τραγικούς, ιδιαίτερα στους μύθους του Ορέστη και του Οιδίποδα.
Ταυτόχρονα όμως οι υποχθόνιες θεότητες μπορούν και χάνουν το χαρακτήρα των αμεί­λικτων και στυγερών θεοτήτων.
Όταν οι άνθρωποι τηρούν με ευλάβεια τους Συμπαντικούς Νόμους τότε είναι που οι Ερινύες μεταμορφώνονται σε Ευμενίδες, ευεργετικές θεότητες, που θεωρούνταν προστάτιδες των ξένων και των ζητιάνων.
Επίσης οι Ευμενίδες απομακρύνουν από τον άνθρωπο ή μια χώρα, την καταστροφή, τις αρρώστιες, τον κίνδυνο, την ξηρασία, τους βλαβερούς ανέμους και έφερναν την ευφορία, την υγεία και την ευημερία.
Είθε να μην χρειαστεί να επισκεφτούν κανέναν μας ως Ερινύες παρά μόνο ως Ευμενίδες!

ΑΛΗΚΤΩ: Η ΑΤΕΛΕΙΩΤΗ ΟΡΓΗ ΤΩΝ ΘΝΗΤΩΝ

Η  Α λ η κ τ ώ  θεωρείται μία από τις τρεις ερινύες. Ο αριθμός των Ερινύων δεν είναι ακριβής.
Ο Όμηρος δεν γνωρίζει αριθμό αυτών, ο Αισχύλος εισάγει ολόκληρο χορό Ερινύων, αντίθετα ο Ευριπίδης σ΄ ένα δράμα του αναφέρει τρεις, με ονόματα που έδωσαν μεταγενέστεροι όπως ο Βιργίλιος που επίσης αναγνωρίζει τρεις.
Το όνομα Αληκτώ ερμηνεύεται ως αυτή που   τ ί π ο τ α δεν την καταπραΰνει.
Είναι ο  ανθρωπομορφισμός της ο ρ γ ή ς και της μανίας.

Πιθανότατα να προέρχεται από το ΆΛΗΚΤΟΣ, -η, -ο που σημαίνει αυτό/αυτός που δεν έχει λήξει.
Η γραφόμενο ως ΑΛΥΚΤΌΣ< λυκ , θ. του ρήματος ΑΛΎΣΣΩ. Από το τελευταίο ρήμα προκύπτουν λέξεις όπως το ΑΛΎΩ, που έχει πάμπολλες ερμηνείες όπως, αυτός που βρίσκεται σε βαθιά ταραχή, ο αναστατωμένος ή λυπημένος, ο εκτός εαυτού, αυτός που γκρινιάζει, δυσφορεί και δυσανασχετεί.
Με το ρήμα ΑΛΥΩ συνδέονται ετυμολογικά επίσης και οι ρηματικοί τύποι:  λυστάζω (συνώνυμο του λύω) και λυσταίνω «ασθενώ», από όπου και ο τ. λυσθαίνω* (πιθ. με επίδραση της λέξης σθενής).
Συνοπτικά θα μπορούσαμε να πούμε πως:
Η ατελείωτη - άλυκτη οργή, είναι- φέρει την ασθένεια.
Η Αληκτώ είναι η Ερινύα με την αποστολή της τιμωρίας των η θ ι κ ώ ν  εγκλημάτων, όπως ο θ υ μ ό ς, ειδικά αν στρέφονται εναντίον άλλων ανθρώπων.
Η εξουσία της είναι παρόμοια με της Ν έ μ ε σ η ς,  με τη διαφορά ότι η εξουσία της τελευταίας είναι να τιμωρεί εγκλήματα εναντίον των θ ε ώ ν.
Η Αληκτώ αναφέρεται στην Αινειάδα του Βιργιλίου, και επίσης στη Θεία Κωμωδία του Δάντη (Κόλαση) ως μία από τις τρεις Ερινύες.
Η Αληκτώ είναι ένδειξη φ θ ο ρ ά ς  η οποία ουδέποτε εγκατέλειψε τους βροτούς.
Οι άνθρωποι, σκεπασμένοι από τα πέπλα των παθών τους, δεν καταπραΰνονται, οργίζονται και θορυβούν αδύναμοι να θυμηθούν το θνητό και εφήμερο της ύπαρξης τους.
Η Αληκτώ  κ α τ ο ι κ ε ί  μέσα μας και αλυχτομανεί κάθε φορά που θεωρούμε πως η αδικία δεν ανήκει σε μία σειρά όπου η ειμαρμένη ή η θεία τάξη έχει επιβάλει, αλλά πως προέρχεται από κάτι ολότελα ξένο προς εμάς. "Γαυγίζουμε σαν τα σκυλιά", όπως έλεγε και ο θείος Πλούταρχος.
Είθε να μετατρέψουμε την ερινύα Αληκτώ σε ευμενίδα, και να ανταμώσουμε μόνο αυτά που έχουν θεία ροή μέσα τους!

Γιώβη Βασιλική.