Translate

Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2018

Τα ονόματα των Ολύμπιων θεών...




Σύμφωνα με τον Γερμανό φιλόλογο και γλωσσολόγο George Curtius (1820-1885), η λέξη Όλυμπος προέρχεται από τη ρίζα -λαμπ- και ερμηνεύεται σαν ο ολολαμπής, ο ολόλαμπρος ή ο ολόλευκος.
Έτσι, οι Ολύμπιοι θεοί είναι οι Λαμπεροί ή Λάμποντες θεοί :


Δίας ή Ζεύς
Το όνομα του Λία [ή με μια μικρή παραλλαγή του πρώτου γράμματος (Δίας - Βίας)], είναι ένα από τα κατ' εξοχήν ονόματα δύναμης, δηλαδή παραπέμπει στη δύναμη (βία) και την εξουσία του μεγάλου θεού.
Μερικοί ετυμολογούν το όνομά του σε σχέση με τη ζωή (- Ζευς), δηλαδή «ζωοδότης», λόγω του ότι είναι ο γεννήτορας των θεών και των ανθρώπων ή από το αρχαιοελληνικό ρήμα «ζεύγνυμι» (= βάζω κάτω από τον ζυγό, υποτάσσω, συνδέω, ενώνω), επειδή ο Δίας. μετά την κατατρόπωση του πατέρα του, του Κρόνου, ανέλαβε να ενώσει ξανά τον κόσμο και να τον υποτάξει στη δική του κοσμική εξουσία.

Ήρα
Μερικοί θεωρούν πως το όνομα της Ήρας προέρχεται από αναγραμματισμό της λέξης «αήρ» = αέρας, ενώ άλλοι ισχυρίζονται πως προέρχεται ετυμολογικά από τη λέξη «έρα» που σημαίνει γη, με αναγραμματισμό της λέξης «Ρέα», που είναι μια θεότητα, η οποία ταυτίζεται με το στοιχείο της γης.
Η Ήρα, γενικά είναι μια ισχυρή θεά, που εξουσιάζει κι αυτή, τη γη και τον αέρα, ως σύζυγος του κοσμοκράτορα Δία. Βρίσκεται στο μεταίχμιο ανάμεσα στον Ουράνιο κόσμο και στα γήινα πράγματα. Μυστικιστικά, αντιπροσωπεύει τη δύναμη της ψυχής και την εκδήλωση της ζωής πάνω στη γη.
Σύμφωνα με άλλες εκδοχές, το όνομά της σχετίζεται με την «ώρα» = εποχή, κατάλληλη στιγμή, εξ ου και ωραίος = αυτός που βρίσκεται στην καλύτερη στιγμή του, ο ώριμος, ο όμορφος ή με τη λέξη «ήρως» = ήρωας, επειδή η Ήρα μπορούσε να καταστήσει κάποιον ένδοξο, όπως συνέβη με τον Ηρακλή (<Ήρα κλέος = αυτός που δοξάστηκε χάρη στο μίσος της Ήρας).


Το όνομα του Ερμή προέρχεται από το αρχαιοελληνικό ρήμα: εΐρω, το οποίο έχει δύο σημασίες: α) συνδέω, ενώνω (εξ ου και «ειρήνη» = ο συνδετικός κρίκος, που ενώνει τους ανθρώπους) και β) λέγω, ομιλώ, αναγγέλλω.
Είναι προφανές πως το όνομα «Ερμής» προσιδιάζει στη δεύτερη σημασία του ρήματος, καθώς, ως γνωστόν, ήταν ο αγγελιοφόρος των θεών, αλλά και γενικότερα ο θεός του λόγου, της επικοινωνίας, της νόησης, της ομιλίας, της ευφράδειας.
Πιθανόν η λέξη αυτή σχετίζεται με τον Ερμή Τρισμέγιστο (τρεις magi si or = μάγιστρος, μάγος), τον σεληνιακό θεό των Αιγυπτίων, Θωθ, προστάτη και εμπνευστή της αστρολογίας και της αλχημείας, ο οποίος ταυτίστηκε με τον Ερμή της ελληνικής μυθολογίας.
Εξάλλου, ο Ερμής ήταν ένας πολυμήχανος θεός, που κατά κάποιον τρόπο σχετιζόταν με το μυστήριο και τον αποκρυφισμό, διότι ένα από τα καθήκοντά του ήταν να μεταφέρει τις ψυχές των νεκρών, ως τον ποταμό Αχέροντα και να τις παραδίδει στον Χάροντα (ψυχοπομπός).


Ο Απόλλωνας υπήρξε ο θεός του φωτός (γι’ αυτό αποκαλείται και Φοίβος (<ρ. φάω - φωτίζω, ουσ. φάος = φως) - φωτεινός), της μουσικής και της μαντικής τέχνης. Το όνομά του προέρχεται από το στερητικό «α» και τη λέξη «πολλών», δηλαδή αυτός που δεν προορίζεται για τους πολλούς.
Ίσιος, να θεωρήθηκε πως λόγω των μαντικών του ικανοτήτων, τις οποίες σε λίγους ανθρώπους μετέδιδε, ήταν ο θεός «των λίγων και εκλεκτών». Άλλες εκδοχές είναι οι εξής: το όνομα Απόλλων ίσως σχετίζεται με τη φράση «απέλλαι σηκοί» - ιεροί λίθοι, κατά τον λεξικογράφο Ησύχιο, οι οποίοι ήταν σημαντικοί στη λατρεία του θεού ή με το ρήμα «πέλομαι ή πολέω-ώ» = περιφέρομαι, κινούμαι πέριξ ή με τη λέξη «άπελος» = ισχύς, δύναμη.
Η δύναμη του θεού Απόλλωνα ήταν πολυεπίπεδη και μυοτηριακή. Δύναμη πνευματική και ψυχική (ο διαφωτιστής των ψυχών και των πνευμάτων, μέσω ταυ/ μυστηριακών θεσφάτων και των μαντειών), αλλά και δύναμη σωματική (γοητεία, ικανότητα τόξευσης και πρόκλησης βλάβης από απόσταση: εκηβόλος Απόλλων).


Άρης
Η ετυμολογία του ονόματος του θεού Άρη, είναι η εξής: το όνομα «Άρης» προέρχεται από το αρχαιοελληνικό συνηρημένο ρήμα «αιρέω-ίο»,που σημαίνει «συλλαμβάνω, κυριεύω» ή από το «αναιρέω-ώ», που σημαίνει «φονεύω, σκοτώνω», υποδηλώνοντας και επιβεβαιώνοντας την πολεμική και επιζήμια για τους ανθρώπους, δράση του θεού Άρη. [Άρης = πλήγμα, βλάβη, αρά (= κατάρα) για τους θνητούς]. 
Ποσειδώνας

Ο ενοσείχθων ή σεισίχθων (= κοσμοσείστης) Ποσειδώνας, προέρχεται ετυμολογικά από:
α) πότος ή πόντος (— θάλασσα) δάω (= μαθαίνω, κατέχω κάτι, είμαι ειδήμων, γνωρίζω καλά), δηλαδή αυτός που γνωρίζει καλά, συνεπώς εξουσιάζει τη θάλασσα και γενικά το υγρό στοιχείο,
β) πόσις (<ρ. πύο = πίνω) δούναι (< ρ. δίδωμι = δίνω), δηλαδή αυτός που παρέχει το πόσιμο ύδωρ,
γ) είδη ποιών, αυτός που δημιουργεί τα παράξενα πλάσματα (είδη) της θάλασσας, που δεν υπάρχουν στη στεριά.


Ο θεός του θανάτου και του Κάτω Κόσμου (δεν ανήκει στο Δωδεκάθεο του Ολύμπου). Ήταν γνωστός και με το όνομα Άδης (< στερητικό α ιδείν = αόρατος, αθέατος κόσμος ή στερητικό α δέδια = ατρόμητος, «αδάμαστος»). Έτσι μάλιστα ονομαζόταν συνεκδοχικά όλο του το βασίλειο, που βρισκόταν στα σκοτεινά έγκατα της γης.
Πιθανή είναι η συσχέτιση του ονόματος του με το ρ. πλανάωμαι-ώμαι = περιπλανιέμαι, περιφέρομαι, δεν έχω μόνιμο τόπο διαμονής, διότι ένα βασικό χαρακτηριστικό των ψυχών που φιλοξενούνταν στο βασίλειό του ήταν η συνεχής περιφορά και κίνηση, χωρίς κάποιον συγκεκριμένο χώρο στάσης,
Η άυλη φύση των ψυχών, δηλαδή, τους έδινε αιθέριες ιδιότητες  δεν είχαν βάρος, σώμα, υλική υπόσταση για να σταθούν σε ένα σημείο, όπως και ο αέρας που συνεχώς κινείται.
Επίσης, επειδή ο Πλούτωνας έχει το βασίλειό του μέσα στη γη, θεωρείται χθόνιος θεός, ο οποίος δεδομένης και της ένωσής του με την Περσεφόνη, την κόρη της θεάς Δήμητρας, σχετίζεται με την παραγωγή των δημητριακών.
Επειδή, λοιπόν, θεωρείται ανάμεσα στα άλλα και θεός της γονιμότητας και της γεωργικής αφθονίας, ονομάζεται «Πλούτων», δηλαδή ένα παράγωγο της λέξης «πλούτος», εννοώντας φυσικά τον «πλούτο» της γης, την καλή σοδειά.  

Ήφαιστος
Ο θεός της φωτιάς και των τεχνών. Το όνομά του προέρχεται α) από το ρ. φάω = φωτίζω ίστωρ = ο γνώστης, δηλαδή αυτός που είναι ειδήμων στη γνώση του φωτός ή της φωτιάς, β) από το άπτω = ανάβω, γ) από το Άφαιστος: προθετικό α φαιστός (< ρ. φάω) = λαμπερός, φωτεινός.


Η θεά της σοφίας, της φρόνησης, της υγείας και των οικιακών τεχνών. Ακόμη, είναι πολεμική θεά, με γνώμονα το δίκαιο και τη φρόνηση. Η πιο δημοφιλής ετυμολογία του ονόματος της είναι: Α- θεο-νόα ή Η-θεο-νόα, δηλαδή «η νόηση του θεού», κατά τον Πλάτωνα.
Άλλες εκδοχές: α) από το ρ. αθρέω-ώ = βλέπω, παρατηρώ, εξετάζω (εξ ου και «γλαυκώπις Αθήνη» (< ρ. γλεύσσω = βλέπω καθαρά) = αυτή που βλέπει καθαρά και άθρει και άθρησσν = σκέψου, γ) από το στερητικό α θήνη (-θηλή) = η αθήλαστη (διότι γεννήθηκε από το κεφάλι του Δία και όχι από τη μητέρα της, την Μήτιδα (< Μήτις = σύνεση, φρόνηση), άρα δεν θήλασε).


Άρτεμη
Η θεά της σελήνης, του κυνηγιού, των αγριμιών και των δασών. Της αρέσει το κυνήγι, οι φόρμιγγες, οι χοροί, οι εκκωφαντικοί αλαλαγμοί, τα σκιερά δάση και οι δίκαιες πόλεις.
Η ετυμολογία του ονόματος της προέρχεται από το ουσ. αήρ τέμνω, δηλαδή αυτή που σκίζει τον αέρα, μάλλον λόγω της ιδιότητάς της να εξακοντίζει τα βέλη της στον αέρα εναντίον των θηραμάτων. Το δε επίθετο «αρτεμής» σημαίνει άρτιος, σώος, αβλαβής.

Αφροδίτη
Η θεά του έρωτα, του αισθησιασμού, της καλαισθησίας και της ομορφιάς. Είναι γνωστή η ιστορία της γέννησής της- αναδύθηκε μέσα από τον αφρό, που σηκώθηκε γύρω από την αθάνατη σάρκα του ουρανού, δηλαδή γύρω από τα γεννητικά όργανα του ουρανού, που έκοψε ο γιος του, ο Κρόνος και τα πέταξε στη θάλασσα (βλ. «Θεογονία» Ησιόδου στ. 188-193).
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ετυμολόγηση του ονόματος της θεάς από τον παράλληλο τύπο «Αβροδίτη» = αβροδίαιτη, αυτή που διάγει βίο τρυφηλό.


Η θεά της βλάστησης, της γονιμότητας και της αναπαραγωγής. Μαζί με την κόρη της την Περσεφόνη. συμβολίζει την κυκλική εκδήλωση της ύπαρξης μέσα από τη ζωή (ο κύκλος των εποχών), τον θάνατο και την αναγέννηση. Το όνομά της ετυμολογείται από το δη ή γη μήτηρ = η Μητέρα-Γη.
Το προσωνύμιο αυτό αποδιδόταν στη Δήμητρα, που ήταν η υπεύθυνη για την ανθοφορία της γης και τη δημιουργία των ζωοφόρων καρπών, που φυτρώνουν στην παντοτρόφο (ή κουροτρόφο) γη.


Εστία
Η θεά του σπιτιού και της οικογενειακής συγκέντρωσης. Η πιο σεμνή, αγνή και σεβαστή θεά, η πρεσβυτέρα όλων των θεών. Το όνομά της ετυμολογείται από τον δεύτερο τύπο του απαρεμφάτου του ρήματος ίστημι = στέκομαι (εστηκέναι και εστάναι), ή από το ρήμα «έζομαι» = κάθομαι, επειδή το «γέρας» (= προνόμιο, έπαθλο) που της έδωσε ο Δίας, μετά τον όρκο της αιώνιας παρθενίας της, ήταν να στέκεται στο κέντρο της οικίας των θνητών, στην εστία, όπως ονομάστηκε.
Η εστία συμβολίζει την κυκλική συγκέντρωση και ένωση της οικογένειας, γύρω από το σημείο αφής της φωτιάς. Το «ιερό πυρ» της Εστίας, το οποίο στάθηκε η αφορμή να θεωρηθεί η φωτιά και ως μέσο εξαγνισμού, έπρεπε να διατηρείται άσβηστο στον οίκο. για να προστατεύει τα μέλη του από κάθε κακό.
Μία άλλη εκδοχή λέει πως το όνομα «Εστία» σχετίζεται με την «εσσία» — ουσία, διότι τιμής ένεκεν, πάντοτε λάμβανε το «πίαρ» (< λατ. optimus “ άριστος), δηλαδή το εκλεκτό κομμάτι, την «ουσία» από τα σφάγια των θυσιών.